Μοιραστείτε το
Αθήνα της τέχνης και της μουτζούρας
«Οι Τοίχοι είναι παντού – και ένα σημαντικό τμήμα τους είναι ακόμα λευκό. Ολα συνεχίζονται».
Αυτές είναι οι δύο καταληκτικές φράσεις του jηor, Αθηναίου «γκραφιτά» στις «Ακατάληπτες μουτζούρες» (εκδ. Γραμμή*500), μια πολύ πρόσφατη έκδοση για τη νεοϋορκέζικη σκηνή του γκράφιτι που περιλαμβάνει κι ένα σύντομο κοίταγμα στην ελληνική περίπτωση. Εχει δίκιο ο jnor. Πολλοί από τους αθηναίκούς τοίχους είναι ακόμα άδειοι από γκράφιτι, ταγκς (υπογραφές με το ψευδώνυμο του writer, δηλαδή αυτού που κάνει γκράφιτι), πολιτικά και γηπεδικά συνθήματα.
Όμως, ίσως, ξεχνάει κάτι: γίνονται όλο και λιγότεροι. Το κέντρο τnς Αθήνας μοιάζει μερικές φορές να είναι γραμμένο από την κορυφή ώς τα νύχια. Ισόγεια πολυκατοικιών, δημόσια κτίρια, νεοκλασικά, διατηρητέα, σχολεία, πλατείες, παγκάκια, βαγόνια τρένων, σχεδόν τίποτα δεν φαίνεται να γλιτώνει από την περισσότερο ή λιγότερο δημιουργική μανία όσων επιθυμούν να αφήσουν το αποτύπωμά τους στον δημόσιο χώρο. Δεν είναι σωστό να «τσουβαλιάζονται» όλα στο ίδιο πηγάδι.
Στα Εξάρχεια, μια γειτονιά που θεωρητικά έχει «υποφέρει» πολύ από το γκράφιτι και την ακατάσχετη συνθηματολογία στους τοίχους, πέφτεις πάνω σε γκράφιτι πραγματικά έργα τέχνης. Από αυτήν την άποψη σήμερα τα Εξάρχεια είναι μια ζωντανή πινακοθήκη γκράφιτι. Αλλά στο τέλος της ημέρας το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η Αθήνα μοιάζει πιο «γραμμένη» και πιο «λερωμένη» από ποτέ. Δίπλα σε δεκάδες άλλα σημαντικά προβλήματα, το θέμα του ανεξέλεγκτου γκράφιτι εισβάλλει οpμnτικά από την πίσω πόρτα.
Το κράτος, «μαύρο πανί» για τους πιο πολιτικοποιημένους writerς, οι οποίοι δεν επιθυμούν την παραμικρή συνδιαλλαγή μαζi του, δεν έχει πολλά περιθώρια.
Η «ποινικοποίηση» του γκράφιτι, μιας ήπιας παραβατικής συμπεριφορός, δεν συζητιέται καθόλου, επομένως αναζητούνται φόρμουλες συμβιβασμού και, γιατί όχι, συνεργασiας. Αυτές τις ημέρες βρίσκεται σε εξέλιξη στου Ψυρρή ένα πρόγραμμα του Δήμου Αθηναίων γιο τρεις τοιχογραφίες σε ισάριθμες μεσοτοιχίες από την ομάδα carpe diem, μια από τις πιο γνωστές του χώρου (βλ. ρεπορτάζ σελ. 2).
«Οι προσπάθειες προγραμματικής ένταξής του στην εικόνα της πόλης μειώνοuν τη δυναμική του και περιορίζουν μη απρόβλεπτη και ανατρεπτική συμβολή του στην άμεση και εφήμερη αναδιαμόρφωση της αστικής ζωής μας», σχολιάζει ο αρχιτέχτονας και εντ. επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών, Νίκος Καζέρος. «Το μετατρέπουν σε μια φευγαλέα, προβλέψιμη και ασφαλή εικονογράφηση».
Το γκράφιτι στην Αθήνα είναι μια ιστορία περίπου 20 χρόνων. Σήμερα είναι παντού. ο κ. θανάσης Χαρμόνης είναι ο επικεφαλής των εκδόσεων «Υψιλον».
Το 2005, όταν ανακαίνισε ένα ωραίο πολιό σπίτι στην οδό Τζαβέλλα, στα Εξάρχεια, είχε την έμπνευση να αναθέσει σε σπουδαστή της Σχολής Καλών Τεχνών την αναπαραγωγή μιας σκηνής από κόμικ του Αρκά με την ελπίδα ότι θα τον προστατεύσει από μελλοντικά κρούσματα ανεπιθύμητων γκράφιτι.
Πραγματικά μέχρι τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 το σεβάστηκαν.
Από τότε γράφουν σχεδόν κάθε μέρα». Ο κ. Παναγιώτης Παρασκευόπουλος, πρόεδρος της Επιτροπής Πρωτοβουλίας Κατοίκων Πλάκας, σηκώνει τα χέρια ψηλά. «Στην Πλάκα η κατάσταση έχει επιβαρυνθεί σημαντικά τα τελευταία πέντε χρόνια».
Εκεί το πρόβλημα εντοπίζεται περισσότερο στα κτίρια που στεγάζουν υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και Ιδρύματα. Γιο τον αρχιτέκτονα Πάνο Δραγώνα, αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πατρών «τα γκράφιτι πολλαπλασιόζονται στις πόλεις που διέρχονται κρίση. Η Νέα Υόρκη του ’70, το Λονδίνο της Θάτσερ, το σύγχρονο Σάο Πάολο, αποτελούν παραδείγματα πόλεων που πλημμύρισαν από γκράφιτι όταν γνώρισαν οικονομικό προβλήματα και μεγάλες κοινωνικές ανισότητες.
Αντίστοιχο, το αθηναϊκό γκράφιτι υποδηλώνουν την πολιτισμική κρίση που διέρχεται η σύγχρονη ελληνική κοινωνία, την αποσύνθεση του δημοσίου χώρου και τα αδιέξοδο των νέων. Το γκράφιτι, όμως ,αποτελούν και μια έκφραση ελπίδας.
Στο παρελθόν η εξάπλωσή τους συνδέθηκε με mν εμφάνιση νέων πολιτισμικών εκφράσεων, όπως το hip hop στη Νέο Υόρκη ή το punk στο Λονδίνο, που ανανέωσαν την ταυτότητα των παρηχμασμένων μητροπόλεων. Το αθηναϊκό γκράφιτι αποτελούν πρωτογενείς εκφράσεις μιας αναδυόμενης αστικής κουλτούρας.
Αποδεικνύουν ότι η νεότερη γενιά είναι θυμωμένη, συχνά ασεβής, αλλά και ανήσυχα δημιουργική.
Του Δημήτρη Ρηγόπουλου, στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 25 Ιουλίου 2010